Ο αδικοχαμένος, μόλις 36 ετών, Αντώνης δεν ήταν γενικά τόσο τυχερός στη ζωή του.
Μεγάλωσε σε μια ταλαιπωρημένη οικογένεια. Ένας καλοκάγαθος άνθρωπος της βιοπάλης, με μικροθελήματα για τον καθημερινό αγώνα της επιβίωσης.
Το δικό μας περίσσευμα ήταν η μπουκιά επιβίωσης του συνανθρώπου μας.
Έτρεχε να μπει στο καράβι. Το τρέξιμο του μου θύμισε εκείνο του Θανάση Βέγγου, του σπουδαίου ανθρώπου και ηθοποιού, που επέμενε σε όλη του τη διαδρομή να λέει ¨ΚΑΛΟΙ ΜΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΙ¨.
Αχ πόσο έχει ξεθωριάσει αυτή η φράση !
Ο Αντώνης που η ζωή του έκλεινε την πόρτα συνεχώς . Ο Αντώνης που ¨ έτρωγε συνεχώς πόρτα¨ έτρεχε να προλάβει μια πόρτα, σε ένα κόσμο σταματημένο, σκληρό και γυμνό από συναίσθημα. Προφανώς δεν πήγαινε διακοπές (μάλλον άγνωστη λέξη για εκείνον). Δε γνωρίζω που ήθελε να πάει. Μπορώ να υποθέσω μόνο ότι έτρεχε για κάποια διέξοδο και το καράβι ήταν το όχημα – το προσωρινό καταφύγιο- με απόβαση σε μια ελπίδα του πιο βραχυπρόθεσμου μέλλοντος. Μπορώ να υποθέσω επίσης ότι ήταν απελπισμένος.
Η ζωή του έδινε συνεχώς σπρωξιές, τον έριχνε κάτω και εκείνος με χαμόγελο προσπαθούσε να σηκωθεί, ξανά και ξανά, δίχως γκρίνια και μεμψιμοιρίες.
Μια τελειωτική, ανάμεσα στις τόσες άλλες, σπρωξιά και μια απερισκεψία, υπήρξε και η αυλαία της τόσο άδικης ζωής του.
Μιας αυλαίας, που με εικόνα μας ξεδίπλωσε με τον πιο άδικο και αδιανόητο τρόπο, το εγκληματικό της πρόσωπο.
Το βράδυ στις 05 του Σεπτέμβρη, στο λιμάνι του Πειραιά, ο καιρός δάκρυζε ήδη με άγρια κύματα τον πόνο του, σα να προφήτευε το μαύρο μαντάτο.
Οι δύο κτηνάνθρωποι- φυλακές της πύλης του καραβιού, στο θλιβερό όριο της εξουσίας που ορίζει ο κόσμος της στολής τους, ντρόπιασαν ολόκληρη τη ναυτοσύνη. Η ντροπή παρέσυρε τους επιβάτες, τους παρόντες εκείνους που χάζευαν σαν ανώριμα παιδιά στο σινεμά ένα έργο που δεν καταλαβαίνουν. Κανένα σημείο αναφοράς στο συναίσθημα, στην αλληλεγγύη, στο σεβασμό. Ένας ΚΑΝΕΝΑΣ είχε πέσει στη θάλασσα. ΚΑΜΙΑ ΒΟΗΘΕΙΑ -ΚΑΝΕΝΑ ΕΝΔΙΑΦΕΡΟΝ για το συμβάν. Σαν ένα σκουπιδάκι που το παρασέρνει ο άνεμος ή ένα μικρό ζωάκι που υπολογίζουμε ως άψυχο και κλοτσάμε στην άκρη για να περάσουμε την αφεντιά μας. Περιττό να φωνάξουμε για τον ΚΑΝΕΝΑ !!! Στον ΚΑΝΕΝΑ – ΚΑΝΕΝΑΣ δεν ανταποκρίνεται !!! ΓΥΡΝΑΜΕ ΕΞΟΛΟΚΛΗΡΟΥ ΤΗΝ ΠΛΑΤΗ ΜΑΣ – ΣΥΝΕΧΙΖΟΥΜΕ ΑΠΤΟΗΤΟΙ ΤΙΣ ΖΩΕΣ ΜΑΣ !!!
Η παγωμένη, γεμάτη σίδερο, μπουκαπόρτα αναχώρησε από τη δίνη του ήδη άψυχου λιμανιού για το καθημερινό της ταξίδι στην απανθρωπιά. Εννοείται δίχως τον επιβάτη -ΑΝΘΡΩΠΟ – Αντώνη.
Το εισιτήριο του έμεινε, σαν τις ζωές μας, ανεξαργύρωτο. Μας κληροδοτήθηκε στην χρεοκοπημένη μας αθλιότητα .
Σε εμάς παραμένει και ως μια ελάχιστη πράξη σεβασμού και συμπόνοιας στον πόνο που ξεχύθηκε το αυτονόητο και αναφαίρετο δικαίωμα στο θρήνο.
Και ο θρήνος προηγείται της σκέψης, όπως το έγκλημα προηγείται της ποινής.
Πόσο “ μικρό ” φαντάζει τώρα το λιμάνι του Πειραιά.
Tήνος: 08/09/2023
Γ. Ν. Γ.
All reactions:
83